Πέμπτη 24 Ιανουαρίου 2013

Το χάσμα γενεών τα σπάει...(τα νεύρα μας)

 Οι απεργίες των μέσων μαζικής μεταφοράς είναι μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία να βιώσεις όλη την παράνοια που κρύβουν μέσα τους τα ανθρώπινα όντα. Είναι Σάββατο πρωί, δεν έχεις καμία απολύτως διάθεση να πάρεις τους δρόμους, τα λεωφορεία και τα τρόλεϊ για να κατέβεις στο κέντρο και να κάνεις μια χρονοβόρα δουλειά. Δεν έχει μετρό, εκεί είναι το θέμα, ξέρεις (ναι, ναι κι εσύ το ξέρεις) ότι θα ταλαιπωρηθείς αφάνταστα και κατά 99% θα κατανοήσεις πλήρως τί τραβάνε οι δόλιες, αλλά νεκρές μολαταύτα, σαρδέλες κατά την κονσερβοποίηση!
Επομένως, με όσα αποθέματα αντοχής, υπομονής, κατανόησης και κουράγιου σου έχουν απομείνει ξεκινάς το μακρύ ταξίδι (έτσι φαντάζει στα μπιρμπιλωτά, απεγνωσμένα σου μάτια) προς το κέντρο. Το βλέπεις κίτρινο-κίτρινο, με τις κεραίες του ολόρθες να πλησιάζει στη στάση, αλλά εσύ είσαι κάπως μακριά ακόμη, τότε συνειδητοποιείς πως πρέπει να τρέξεις. Και τρέχεις αλαφιασμένα μες στην κίνηση, με κάθε τρελό να παραβιάζει τα φανάρια γιατί έτσι!
Μια ανάσα πριν φτάσει στη στάση το τρόλεϊ είσαι εκεί, τί τύχη! Οι πόρτες ανοίγουν, μπαίνεις και βρίσκεις μία θέση να κάτσεις, ακόμη μεγαλύτερη τύχη. Ωραία, σκέφτεσαι, τουλάχιστον δεν θα κρέμομαι από τις χειρολαβές (ούτε θα γλιστράω σ' αυτές, όπως τραγουδούσε ο Καλλίρης χρόνια πριν) και δεν θα με ποδοπατάνε, καλά είμαστε. Χα...πόσο αθώα σκέφτεσαι, μικρό ανόητο παιδί!
Δύο στάσεις μετά μπαίνει μαζί με ένα μπούγιο ανθρώπους, που έχει κλείσει ασφυκτικά τον όποιο ανοιχτό  χώρο, κι ένας υπερήλικας (πατημένα 80+), καλοντυμένος και καλοστεκούμενος. Τώρα αρχίζει το καλό. Ανάμεσα από χέρια ανθρώπων που κρέμονται σε χειρολαβές σκύβει και ζητάει μια θέση να κάτσει. "Βεβαίως" λες και σηκώνεσαι, κάνοντας κάθε είδους ακροβατικό, κοντεύοντας να τσακιστείς και να πέσεις πάνω σε αθώους, ταλαίπωρους, συστριμωγμένους επιβάτες. Σηκώνεται κι ένας πιτσιρικάς που θα κατέβει σε λίγο, οπότε σου προσφέρει τη θέση. Κοιτάς γύρω, μήπως και κάποιος άλλος από τις ευπαθείς ομάδες θέλει, αλλά καμιά αντίδραση, οπότε κάθεσαι.
Σε κάποια από τις επόμενες στάσεις ανεβαίνει (το πώς μπήκε με τόσο κόσμο δεν μπορώ να το απαντήσω) μια γυναίκα με ένα μωρό στην αγκαλιά κι ένα κοριτσάκι δίπλα. Αθίγγανη, αλλά αυτό δεν έχει σημασία, παρά μόνο για το ότι η γυναίκα στη συνέχεια φάνηκε τρομαγμένη (σε τέτοιες εποχές, έχουμε όλοι φοβηθεί). Στριμώχνεται μαζί με τους πολλούς. Στην αρχή δεν την προσέχεις, με τόσο κόσμο και τέτοια ατμόσφαιρα δεν είναι να ρεμβάζεις ή να πολυπαρατηρείς. Μετά από λίγο, λίγο τα πιτσιρικάκια, λίγο οι φωνούλες, κοιτάς. Το μωρό γελάει, η μαμά του τού λέει να χαιρετήσει, την κοιτάς να δεις αν θέλει να κάτσει, να σηκωθείς(το πού θα πας είναι άλλο θέμα), αλλά τίποτα, απλώς παίζει με το μωρό. Και ξαφνικά, ο υπερήλικας που έχει κάτσει δίπλα αρχίζει να φωνάζει σ' εσένα και την φίλη σου απέναντι στολίζοντάς σας με υπέροχους χαρακτηρισμούς σε τόνο που ξεπερνά την έννοια "απευθύνομαι σε κάποιον". Αναφέρεται στο περίφημο κι αναντικατάστατο ελληνικό "φιλότιμο" που οι νέες γενιές δεν το διαθέτουν, στην αγωγή των νέων, την ανατροφή από το σπίτι, την αναισθησία που αφήνουν μια μάνα με δυο παιδιά να στέκεται όρθια. Βρίσκει και μια μπαμπόγρια ευκαιρία κι αρχίζει κι εκείνη το στόλισμα.
Λες δεν μπορεί να το ζω αυτό τώρα! Από το πουθενά, από το τίποτα, ξεκίνησες ήσυχα-ήσυχα να ταλαιπωρηθείς για να κάνεις μια πολύωρη δουλειά (για την οποία δεν πληρώνεσαι παρεμπιπτόντως) και βρέθηκες με τον τρελό γεροξεμωραμένο που δεν έχει με ποιον να τσακωθεί, μόλις τέλειωσε κι ο Αυτιάς και πήρε το τρόλεϊ να κάνει σαματά. Απαυδείς και λες ας σηκωθούμε να τελειώνουμε, γιατί δεν έχει σκοπό να σταματήσει!
Και όντως, συνεχίζει απτόητος στο ίδιο ύφος και τόνο, με την έτερη γραία να έχει πάρει  κι αυτή φόρα! Επειδή, όμως, η φίλη δίπλα δεν είναι να τα καταπίνει αυτά, βάζει τα πράγματα στη θέση τους, πολύ ευγενικά, υψώνοντας τον τόνο της φωνής της, μπας και νιώσει ο κύριος και κλείσει τον οχετό.
Ματαίως. Για τα επόμενα 25-30 λεπτά δεν έβαλε γλώσσα μέσα. Η κυρία με τα παιδιά τελικά δεν ήθελε να κάτσει, καθώς την ρωτήσατε δύο φορές κι αρνήθηκε, την τελευταία μάλιστα, φοβήθηκε κιόλας ακούγοντας τις γκαρίδες του γεροπαράξενου. Η γυναίκα κατέβηκε δύο στάσεις μετά, εκείνος, όμως, δημιούργησε ένα θέμα από το πουθενά, έτσι για να σου φτιάξει τη μέρα. Κι αφού εκείνη δεν ήθελε να κάτσει, η οξύθυμη γραία βρήκε ευκαιρία να στρογγυλοκάτσει δίπλα στον φωνακλά (χειρότεροι από τους γέρους του Muppet show αλήθεια) και να αρχίσουν μαζί κάθε είδους σχόλιο για τη νέα γενιά που εκπροσωπείτε, την οικογένεια που σας μεγάλωσε, το πόσα πτυχία μπορεί να έχετε, αλλά ποιος άντρας θα σας πάρει και τί σπίτι θα κρατήσετε έτσι, αφού δεν έχετε ήθος. Επίσης, θεωρεί δεδομένο ότι δεν πρόκειται να φτάσετε τα χρόνια του (τον λόγο δεν τον μάθαμε) και η κορύφωση έρχεται με την ατάκα της γραίας καρακαηδόνας "την άλλη τη στατιστική την ξέρεις; Το 80% από αυτές πριν τα 18 έχει κάνει έκτρωση"...
Τα εγκεφαλικά κύτταρα και κάθε ίχνος λογικής αυτοπυρπολήθηκε εις ένδειξη διαμαρτυρίας.
Η πίεσή σου βρέθηκε σε πρωτόγνωρα ύψη, αλλά η μαγεία δεν είχε κάνει ακόμη την εμφάνισή της. Πλατεία Ομονοίας. Πανό για το αντιρατσιστικό συλλαλητήριο. Το ζεύγος της κολάσεως το βλέπει(που το πιστεύω, ακόμη κι απ' την κόλαση θα τους έδιωχναν, δεν αντέχονται), ο γέροντας αναρωτιέται τί γράφει, εκείνη του απαντά. "Έξω οι νεοναζί". Εκείνος ρωτά "ποιοι τα γράφουν αυτά;". Εκείνη δίνει απάντηση σε άλλο ερώτημα, στο για ποιους.
"Ε, δεν ξέρεις τώρα για ποιους τα γράφουν...για την Χρυσή Αυγή. Η Χρυσή Αυγή, όμως, βοηθάει τους ηλικιωμένους!" Τόμπολα! Πες το έτσι καλή μου, κακή, ξινή, κακιασμένη και απαρχαιωμένη, ξεχασμένη απ' το Θεό(τί καλή που γίνομαι ώρες-ώρες!) μπαμπόγρια! Πες το να καταλάβουμε πόση μούχλα και δυσωδία κρύβει ο επίσης αραχνιασμένος σου εγκέφαλος. Μίλα!
Και μόλις το ακούς, δεν μπορείς παρά να πεις δυνατά αυτό ακριβώς: "Ε, πες το, τόση ώρα, να καταλάβουμε! Έτσι, εξηγείται το πρόβλημα." Κι ευτυχώς, συμφωνούν μαζί σου κι άλλοι επιβάτες, να μην νιώθεις μόνος στη χώρα της παράνοιας.
Επιτέλους, το τρόλεϊ φτάνει στο τέρμα, και ξεφορτώνεσαι τους υστερικούς, προσβλητικούς, εκνευριστικούς και γελοίους ανθρώπους της τρίτης ηλικίας που αποδεικνύουν περίτρανα ότι ο σεβασμός δεν χαρίζεται, κερδίζεται κι αυτοί σίγουρα δεν τον αξίζουν. Συμπέρανα, έχοντας συγκρατηθεί να μην μιλήσω όσο δεν πήγαινε, ότι οι παραξενιές οι σοβαρές δεν εμφανίζονται λόγω ηλικίας, σ' ακολουθούν μια ζωή. Οι γλυκείς κι ευγενικοί άνθρωποι στα νιάτα τους, είναι γλυκείς και στα γεράματά τους, οι ξινοί, κακιασμένοι και λάτρεις των διαπληκτισμών και της φασαρίας, επίσης. Δεν εμφανίζεται ξαφνικά, ως νόσος. Είσαι πάντα ο εαυτός σου κι αν ούτε τα χρόνια κατάφεραν να μαλακώσουν την γελοιότητα και μνησίκακη επικριτικότητά σου, τότε δεν σώζεσαι, τζάμπα έζησες.
Κι έτσι, μαζί με την απεργία που σου ταράζει το νευρικό σύστημα και νιώθεις αποκλεισμένος και κλαις και τα λεφτάκια που δεν σου περισσεύουν, αλλά τα έδωσες για να πάρεις τη μηνιαία κάρτα και δεν μπορείς να τη χρησιμοποιήσεις, έχεις κάθε τρελό να βγαίνει στο δρόμο χωρίς να τον φωτίζει μια πινακίδα νέον που να γράφει "ΠΡΟΣΟΧΗ! Κινητός κίνδυνος-βόμβα έτοιμη να εκραγεί". Να σε προειδοποιεί, να ξέρεις τί να αποφύγεις ως άνθρωπος κι εσύ.
Τουλάχιστον, ήμασταν δύο μαζί, να έχουμε ένα αποκούμπι στον παραλογισμό, γιατί κι εκεί ακόμη η καλή παρέα πάντα χρειάζεται.
Πφφ... Ευτυχώς, στον αντίποδα υπάρχουν κάτι γλυκύτατα πλάσματα που μέσα από το βάρος τον χρόνων αναδύουν μια γλύκα παλιά και διαχρονική, σαν γλυκό τριαντάφυλλο.
Γιατί οι άνθρωποι είναι σαν τα λαχεία, ποτέ δεν ξέρεις αν θα κερδίσεις τον πρώτο αριθμό, αλλά δεν σταματάς να ελπίζεις. Κι αν είσαι τυχερός, θα σου τύχει πολλές παραπάνω από μία.