Δευτέρα 7 Μαρτίου 2011

Δύο όψεις: Μια είδηση για το δελτίο των 8-ένας αβάσταχτος πόνος για λίγους

Τρίτη βράδυ, 1η Μαρτίου 2011, στην οδό Περικλέους πίσω από την πλατεία Αγ. Ιωάννου του Ρέντη, γράφτηκε μια κατακόκκινη ματωμένη σελίδα που ταρακούνησε για άλλη μια φορά τη χώρα και τους ανθρώπους της. Όσοι τουλάχιστον δεν έχουν αναισθητοποιηθεί εντελώς απέναντι στην ίδια τη ζωή και την ανθρωπιά μας...
Μιλάμε για εγκληματικότητα, για μια κρίση ηθών πέρα από την οικονομική, για τα πρόθυρα της εξαθλίωσης και εξαχρείωσης στα οποία ήδη βρισκόμαστε, διαμαρτυρόμαστε, ψάχνουμε υπεύθυνους για την κατάσταση ή και εξιλαστήρια θύματα. Μόνο που εκείνο το βράδυ είχε πραγματικά θύματα. Δυο νέοι άνθρωποι, 23 και 24 ετών, αστυνομικοί της νεοσυσταθείσας σχετικά ομάδας ΔΙΑΣ δολοφονήθηκαν. Το ρήμα "σκοτώθηκαν" δεν νομίζω ότι αντιπροσωπεύει αυτό που συνέβη, προτιμώ να μη φοβηθώ τις λέξεις και να πω "δολοφονήθηκαν". Η αγριότητα άλλωστε, με την οποία έχασαν τη ζωή τους μόνο με την ψυχρότητα, σκληρότητα και παράνοια της δολοφονίας μπορεί να χαρακτηριστεί.
Μια ληστεία, ένα ανθρωποκυνηγητό και μετά σε μια κατοικημένη περιοχή ανταλλαγή πυροβολισμών, αστυνομικοί τραυματίες, δύο εξ αυτών λίγες ώρες αργότερα είναι νεκροί, οι γιατροί δεν κατάφεραν να τους κρατήσουν στη ζωή κι οι ληστές έγιναν δολοφόνοι. Δεν έχουν βρεθεί ακόμη από τις Αρχές, αλλά έχει πολλάκις ακουστεί ότι πρόκειται για συμμορία η οποία ληστεύει κατ' εξακολούθηση και έχει μάλλον ξανασκοτώσει. Μακάρι να βρεθούν, αλλά μιλάμε για δύο ζωές χαμένες πάνω στην ωραιότερη εποχή της ζωής τους, εκείνη τη στιγμή που συνειδητοποιείς ότι πια δεν είσαι παιδί, αλλά έχεις την ανεμελιά και το ασίγαστο πάθος να ονειρεύεσαι τη ζωή σου  άνευ ορίων, χωρίς προσγείωση, αλλά ίσως μόνο...προσσελήνωση, γιατί ως εκεί φτάνουν τα όνειρα κι ακόμη πιο μακριά.
Δύσκολη η ζωή για όλους, το ξέρουμε, το βλέπουμε, το νιώθουμε, τα όνειρα ίσως φοβούνται και μαραζώνουν λίγο, αλλά δεν τα συγκρατείς, γεννιούνται, σε συντροφεύουν, σου δίνουν θάρρος κι ελπίδα, σε κάνουν να συνεχίζεις να ζεις τη στιγμή που λες ότι δεν αντέχεις άλλο και σε βγάζουν στην απέναντι όχθη ή έστω στο πιο κοντινό βραχάκι.
Σίγουρα κι αυτοί οι δύο νέοι άνδρες θα είχαν τα δικά τους όνειρα, σίγουρα δεν πίστευαν ότι θα έσβηναν την 1η αυτού του Μάρτη κι όμως, κάποιοι άλλοι αποφάσισαν ότι η ανθρώπινη ζωή είναι ασήμαντη, αναλώσιμη, ανάξια σεβασμού κι ονείρων...
Την επόμενη μέρα έτυχε να πάω στο σημείο που έγινε η συμπλοκή με αποτέλεσμα το θανάσιμο τραυματισμό των δύο αστυνομικών. Σ' εκείνη τη στροφή, στη διασταύρωση, κόσμος είχε αφήσει λουλούδια, αναμμένα κεριά, φωτογραφίες των θυμάτων και ανά τακτά χρονικά διαστήματα πέρναγαν ένστολοι αστυνομικοί να αφήσουν λουλούδια, να κάνουν το σταυρό τους, να αποτίσουν φόρο τιμής σε δυο πρόωρα, ξαφνικά κι αναίτια χαμένες ζωές.
Τα τηλεοπτικά κανάλια είχαν βρει άλλο ένα θέμα που θα γέμιζε ώρες στις εκπομπές και τα δελτία τους και θα έφερνε πελατεία στα "μαγαζιά" τους. Κι εγώ μαζί με δημοσιογράφο της ΕΡΤ ήμουν ως εκπαιδευόμενη να δω πώς γίνεται η μαχόμενη δημοσιογραφία κι είδα πώς είναι να ξευτιλίζεσαι και να ξεφτιλίζεις τον άνθρωπο. Το STAR είχε στείλει τη δημοσιογράφο του να πάρει δήλωση από κάποιον περαστικό και βρήκε τον καταλληλότερο. Έναν μεσήλικα που έφερε έναν γυάλινο πίνακα με μια μαντινάδα γραμμένη με ανεξίτηλο μαρκαδόρο και δυο πλαστικές τουλίπες κολλημένες δεξιά κι αριστερά. Ο κύριος αυτός είπε ότι μπορεί τα δύο παιδιά να μην τα ήξερε προσωπικά, αλλά πολλοί αστυνομικοί περνούν από το μαγαζί του (το πιάσατε το υπονοούμενο) κι αγοράζουν ξηρούς καρπούς ή καμιά σοκολάτα και φεύγουν αμέσως καθώς έχουν βάρδια και τα συμπονά τα παιδιά που για 800 ευρώ διακινδυνεύουν τη ζωή τους.
Είχα ένα λυγμό που προσπαθούσε να συγκρατηθεί, όχι για τίποτε άλλο, απλώς εκεί με τόσο κόσμο να ψάχνει να βρει ΤΟ θέμα, ένιωσα ότι αν τον άφηνα θα ήταν σαν να ευτελίζω το ίδιο το συναίσθημά μου κι αυτό δεν θα το επέτρεπα ποτέ.  Μόλις άκουσα τα λόγια του κυρίου αυτού και είδα τη ρεπόρτερ με το φούξια φουσκωτό μπουφανάκι να απλώνει το χέρι γεμάτη βαρεμάρα για να ακούσει όλο αυτό το λαϊκισμό, ένιωσα μια απίστευτη αηδία κι έδιωξα αμέσως το λυγμό.
Έτσι και ξανακούσω άνθρωπο να ξεστομίζει χρηματικό ποσό δίπλα από έναν θάνατο θα βγω εκτός εαυτού. Όταν χάνεται ένας άνθρωπος σταματάς να μιλάς. Σωπαίνεις. Σέβεσαι τη ζωή που πια δεν υπάρχει και τη ζωή που συνεχίζεται ενώ στον κόσμο σημειώθηκε μια απουσία.
Από πότε η ζωή έχει χρηματικό αντίκρισμα; Από πότε κοστολογείται; Δηλαδή αν οι αστυνομικοί πληρώνονταν με 300.000 ευρώ το μήνα θα ήταν πιο λογικό και λιγότερο λυπηρό ότι δολοφονήθηκαν εν ώρα καθήκοντος; Ο μισθός είναι που συγκινεί, όχι τα μάτια που έκλεισαν έχοντας ακόμα τόσα να δουν απ' τον κόσμο; Τελειώνουν τα λόγια, μπροστά στον παραλογισμό των ανθρώπων, πώς να βρεις λέξεις να περιγράψεις, να αναλύσεις, να εξηγήσεις κάτι τόσο έξω από την φύση...
Η Αστυνομία αποφασίζει να ρίξει ανθρώπινες ζωές στο βωμό των περικοπών, ανεπαρκής εκπαίδευση, μηδενικές παροχές, ανύπαρκτη προστασία και στο δρόμο προσπαθώντας να προστατεύσουν εαυτούς και πολίτες πιτσιρικάδες που ακόμη δεν είναι σίγουροι για το τί μπορούν και πρέπει να κάνουν. Σαν πρόβατα που τα στέλνουν για σφαγή. Κι ύστερα, ο πολιτικός κόσμος "θρηνεί", στέλνει στις οικογένειες τα συλλυπητήρια και κάνει την ταφή δημοσία δαπάνη ως φόρο τιμής για τους πεσόντες στο καθήκον. Αστείοι που είναι μερικοί σ' αυτή τη χώρα...
Μια μέρα πριν το τραγικό γεγονός, έτυχε πάλι λόγω δουλειάς να βρεθώ στη Βασιλίσσης Σοφίας στη συνέντευξη τύπου που οργάνωσαν καλλιτέχνες και διανοούμενοι για να υποστηρίξουν τους 300 μετανάστες που βρίσκονται στο Μέγαρο Υπατία. Εκεί, τα ΜΑΤ και μια ομάδα αστυνομικών με ασπίδες, γκλοπ και βαριά αμυντική ένδυση και κυρίως υπόδηση κατέβασαν από το πεζοδρόμιο τους καλλιτέχνες. Προσπαθώντας να προσεγγίσουμε τους ομιλητές συναντήσαμε βασικά εμπόδια. Τα αυτοκίνητα που θα μας πάταγαν, γιατί είχαν κατεβάσει τον κόσμο στο δρόμο (στη δεξιά λωρίδα), τα κάγκελα -οπότε ήμασταν κάπως αποκλεισμένοι- και περισσότερο τους αστυνομικούς και τα ΜΑΤ που μου δημιούργησαν πολύ έντονα συναισθήματα κλειστοφοβίας. Δεν μπορούσαμε να στραφούμε πουθενά.
Παρατήρησα τα πρόσωπα των τόσο βαριά ντυμένων και φοβιστικών οργάνων της τάξης και είδα κάτι σοκαριστικό. Η πλειοψηφία έμοιαζε με παιδιά λυκείου, πόσο να ήταν άραγε, 18; 19; Παραπάνω δεν έμοιαζαν. Οι μισοί με πρόσωπα λευκά και ροδοκόκκινα μάγουλα, σαν να είχαν εισπνεύσει καθαρό οξυγόνο σε βουνό, οι άλλοι μισοί πιο άγριοι, με αδρά χαρακτηριστικά κι εκφράσεις. Άκουσα διάλογο μεταξύ δύο παιδιών που κατέληξε σ' ένα χάχανο, σαν να ήταν σε σχολικό διάλειμμα κι έλεγαν εφηβικές χαζομάρες. Ύστερα, όταν ήρθε η ώρα να φύγουν πήγαν όοοοοοοοολοι προς την κλούβα(σχολικό θα το χαρακτήριζα) κι έπαιζαν με τα όπλα τους γελώντας...Παιδιά, τί να κάνεις;
Δεν κατηγορώ τα παιδιά που ακόμη δεν έχουν συνειδητοποιήσει την ευθύνη που έχουν και το πόσο σοβαρές είναι οι καταστάσεις που καλούνται να αντιμετωπίσουν. Δεν φταίνε αυτοί, είναι όμως, που οι υπεύθυνοι επιτρέπουν ελαφρά τη καρδία να κρατούν όπλο ή να διακινδυνεύουν τη ζωή τους παιδιά, που ακόμη δεν έχουν μεγαλώσει για να αντέξουν να κουβαλήσουν με υπευθυνότητα το φορτίο που τους δίνεται.
Όταν στην Ελλάδα μάθουμε να προνοούμε και να προλαμβάνουμε θα έχουμε ίσως έναν καλύτερο κόσμο, μόνο που η ήδη υπάρχουσα κατάσταση κάνει τους ανθρώπους να ξεφεύγουν, να παραλογίζονται, να ξεχνούν πως είναι άνθρωποι. Μετά από τόσες χιλιάδες χρόνια προόδου και πολιτισμού γυρίσαμε στην εποχή των σπηλαίων, ντροπή. Ντροπή μας.
Δύο χαμένες ζωές και πολλές που βρίσκονται σε αναμονή...ας μην συμβεί ξανά. Ας βρεθούν οι ένοχοι, αλλά υπάρχουν τόσα πολλά που πρέπει να διορθωθούν όσο κι αν προλαβαίνουμε ακόμη για να μην πεθαίνουν, να μην δολοφονούνται τα όνειρα...
Ακούστε τη συνομιλία των αστυνομικών το βράδυ αμέσως μετά τη συμπλοκή:


Αγωνία, αιφνιδιασμός, σοκ και προσπάθεια να διατηρηθεί η ψυχραιμία. Αυτό δεν είναι πάντα εφικτό, ειδικά υπό συγκεκριμένες συνθήκες...
Πώς μπήκε ο Μάρτιος και τί μας περιμένει ακόμα;
Μια προτροπή μόνο: Ας μην αφήσουμε το ρεύμα να μας πάρει και να μας κάνει αδιάφορους, αναίσθητους, παθητικούς κι απελπισμένους. Ας κρατήσουμε αντίσταση, διατηρώντας την ευαισθησία, την καλοσύνη, την αισιοδοξία, την ελπίδα και το σεβασμό μας προς την ίδια τη ζωή και τους ανθρώπους. Ας φτιάξουμε επιτέλους χωρίς αίμα και βία, έναν ωραίο κόσμο για μας, για τους επόμενους, γι' αυτούς που έφυγαν και τους τον χρωστούσε, για να έχουν κάπου να υπάρχουν ελεύθερα τα όνειρά μας...
Καλό ξημέρωμα και καλή σαρακοστή...