Κυριακή 30 Ιανουαρίου 2011

"Ανατέλλουσα" βία...



Βράδυ Σαββάτου στη μπλε γραμμή του μετρό να γελώ με μια αγαπημένη φίλη και να την αποχαιρετώ λίγο πριν φτάσει ο συρμός στο Σύνταγμα. Ξαφνικά, πριν ακόμη πλησιάσει την αποβάθρα ακούγονται αντρικές, δυνατές κι εξαγριωμένες φωνές να επαναλαμβάνουν συνθήματα που δεν μπορούσα να καταλάβω το περιεχόμενό τους μέσα στη βουή. Ο συρμός σταματά, οι φωνές δυναμώνουν και μπροστά στις πόρτες στέκονται δεκάδες μαυροφορεμένοι άντρες όλων των ηλικιών με βλέμματα που έσταζαν μίσος, οργή και ναι, κάπου εκεί διέκρινα την επιθυμία για αίμα.
Η φίλη μου λέει χαμηλόφωνα να προσέχω λίγο πριν ανοίξει η πόρτα. Ανοίγει, η εξαγριωμένη ομάδα ετοιμάζεται να μπει στο βαγόνι, εγώ έντρομη, σίγουρα φαινόταν. Ένας από την ομάδα απλώνει τα χέρια και σπρώχνει τους υπόλοιπους πίσω, με κοιτάζει και με ήρεμη φωνή (μέχρι πριν λίγο ούρλιαζε συνθήματα) μου λέει "περάστε, σας παρακαλώ" ανοίγοντας δρόμο προς την έξοδο. Αν σας πω ότι εκείνη τη στιγμή ήταν σαν να βλέπω το αφεντικό να προσπαθεί να συγκρατήσει τα ντόπερμαν να μην ορμήσουν σε ένα κοπάδι πρόβατα, τί θα πείτε;
Απομακρύνομαι λίγο και πριν ανέβω τις κυλιόμενες κοιτάζω πίσω να δω τη φίλη μου που είχε μείνει στο βαγόνι. Δεν με είδε, αλλά ευτυχώς, κρατούσαν αποστάσεις τουλάχιστον. Δεν κινδύνευε άμεσα, ήταν Ελληνίδα βλέπετε...

Ανεβαίνω τις σκάλες να αλλάξω γραμμή, οι φωνές συνεχίζονται, από τη σύγχυση περιμένω σε λάθος αποβάθρα, το μυαλό μου δεν είναι σ' αυτό, αλλά σ' εκείνα που διαδραματίζονται γύρω μου.
Ένας μπαμπάς κρατάει αγκαλιά τον πιτσιρικά του, θα' ναι δεν θα' ναι 2-3 ετών, κουκουλωμένος στο κίτρινο μπουφάν του. Ο μικρούλης ακούει τις φωνές και γεμάτος τρόμο ρωτάει τον μπαμπά του πότε θα έρθει το βαγόνι...7 λεπτά, πόσο πολλά μπορεί να είναι, τελικά, 7 λεπτά!
Κοιτάζω τον πιτσιρίκο και το προσωπάκι του είναι φοβισμένο, του χαμογελάω για να του δώσω κουράγιο κι αυτός σε μένα. Με κοιτά για λίγο να του χαμογελώ κι ύστερα, όταν μάλλον κατάλαβε ότι δεν αποτελώ κίνδυνο, μου χαμογέλασε κι αυτός.

Μια μεγαλύτερη ομάδα από Χρυσαυγίτες ανεβαίνει στην αποβάθρα κι αρχίζουν να φωνάζουν ακόμη πιο εξαγριωμένοι και να βρίζουν. Ένας νεαρός άνδρας που έκανε το "λάθος" να γεννηθεί μαύρος είναι το θύμα τους. Ο άντρας περπατά γρήγορα, τον κυνηγούν και τον βρίζουν, του φωνάζουν "ήρθες και μας γ...ς", εκείνος έντρομος λέει "εγώ; Όχι, τί είναι αυτά που λέτε, φεύγω, φεύγω..." Τότε, ένας από τον όχλο τον κλωτσά και πέφτει κάτω, πάει να σηκωθεί και τον ξανακλωτσά, ο πιτσιρίκος είναι έτοιμος να βάλει τα κλάματα, ο πατέρας του τον σφίγγει στην αγκαλιά του, τον γυρίζει προς το μέρος του και του κλείνει τα μάτια. Αυτό το παιδί δεν έπρεπε να δει τη βία, ούτε σήμερα, ούτε ποτέ.
Ο νεαρός άνδρας καταφέρνει να φύγει, αλλά κάποιοι τον ακολουθούν, οι υπόλοιποι αρκούνται να κάνουν αισθητή την παρουσία τους. Άντρες από 60 χρονών μέχρι 16χρονους-17χρονους εφήβους, όλοι ντυμένοι στα μαύρα, άλλοι φορώντας κουκούλες, άλλοι κρατώντας τις ελληνικές σημαίες, άλλοι να μοιάζουν σαν χρήστες ναρκωτικών κι άλλοι σαν τον γείτονά σου που δεν θα φανταζόσουν ποτέ ότι έχει τέτοιες πεποιθήσεις.

Συνθήματα κατά των Αλβανών, των αλλοεθνών γενικότερα, ένα κύμα μίσους που δεν άντεχα. Μονολογούσα "αυτοί οι άνθρωποι κυκλοφορούν ελεύθεροι, αυτοί οι άνθρωποι..." Ένα σφίξιμο στο στομάχι μου, στην καρδιά μου, ένας κόμπος στο λαιμό μου και δάκρυα που ήθελαν να βγουν απ' τα μάτια μου αλλά τα συγκράτησα, όπως και τη φωνή που ο φόβος την κρατούσε με τον κόμπο αμετακίνητο. Δεν δάκρυσα, όχι. Δεν αξίζει τα δάκρυά μου ένα σμήνος αλήτες και τραμπούκοι που συμπεριφέρονται στους ανθρώπους σαν κτήνη. Κανείς δεν μίλησε, δεν έφερε αντίρρηση, δεν βοήθησε τον νεαρό μετανάστη. Κανείς δεν ύψωσε φωνή ή ανάστημα να πει κάτι να τους σταματήσουν. Φόβος. Μεγάλος φόβος.

Στον πιο κεντρικό σταθμό του μετρό της Αθήνας γινόταν μια πρωτοφανής ρατσιστική επίθεση ακροδεξιών στοιχείων και κανείς από τους υπεύθυνους φύλαξης του σταθμού δεν κατέβηκε να τους διώξει ή να προστατεύσει τον κακόμοιρο άνθρωπο, ούτε καν ειδοποίησαν την αστυνομία να έρθει να τους συλλάβει, να τους μαζέψει, να πάρει κεφάλια (θα τους άξιζε και κατά κυριολεξία, αλλά δεν θέλω να γίνω σαν αυτούς).

Ξαφνικά, οι υπεύθυνοι ασφαλείας εξαφανίστηκαν, τελικά θέμα ασφάλειας είναι αν πίνει η κυρία το φραπέ στην αποβάθρα κι όχι αν 30 μαντράχαλοι χτυπούν έναν επιβάτη ή τρομοκρατούν τους υπόλοιπους επιβάτες. Η αστυνομία πάλι δεν μπορεί όπως φαίνεται να ασχολείται με τέτοιες λεπτομέρειες, με τόσο "ασήμαντα" γεγονότα...Σ' αυτή τη χώρα ζούμε, λοιπόν... Να τη χαιρόμαστε...
Πόσο υποκριτικό μου φάνηκε εκείνο το "περάστε, σας παρακαλώ" και η κίνηση να τους απομακρύνει για να περάσω, αλλά ξέχασα, εγώ φαίνεται ότι είμαι Ελληνίδα, το λευκό δέρμα, τα καστανά μαλλιά, το μαύρο μακρύ παλτό κι η δερμάτινη τσάντα, είναι στοιχεία που ξεχωρίζουν την "αρία" φυλή από τους άλλους. Ήταν κι ο φόβος στο βλέμμα μου που έπρεπε να εξαφανισθεί, γιατί μια Ελληνίδα δεν πρέπει να απειλείται, ειδικά από "συν-Έλληνες", σωστά;

Έκανα έναν συνειρμό που με ανατρίχιασε πραγματικά. Τρεις μέρες νωρίτερα, σε ένα άλλο μέσο μεταφοράς, σε λεωφορείο, ένας ευγενέστατος και ευειδής νεαρός με ανοιχτά καστανά μαλλιά, γαλαζοπράσινα μάτια, λευκή επιδερμίδα και γλυκό χαμόγελο, σηκώθηκε από τη θέση του για να κατέβει και έκανε ένα βήμα πίσω για να μου παραχωρήσει τη θέση να κάτσω και μετά να περάσει στην πόρτα. Φόραγα ακουστικά κι έτσι δεν κατάλαβα τί ακριβώς ήθελε να κάνει, τον κοιτάζω με απορία και εκείνος, αφού μου χαμογελά, απλώνει πολύ ήρεμα το χέρι και μου δείχνει τη θέση κάνοντας μου νόημα να κάτσω. Τον ευχαριστώ, αλλά αρνούμαι και απλώς κάνω στην άκρη για να περάσει, μου ξαναχαμογελά και με ευχαριστεί κι εκείνος. Αυτό ήταν, κάτι απλό κι όμως τόσο αξιοσημείωτο σ' έναν κόσμο που βασιλεύει η αγένεια κι έτσι το ανέφερα σε όποια παρέα κι αν ήμουν.

Ξαφνικά σκέφτηκα ότι ο νεαρός του λεωφορείου θα μπορούσε να είναι σαν τον άνδρα στο μετρό και το αντίστροφο και σ' αυτή τη σκέψη ένιωσα ένα ρίγος να με διαπερνά.

Αυτά τα χέρια που χτυπούσαν και πέταγαν στο πάτωμα τον νεαρό μετανάστη και που κρατούσαν την ελληνική σημαία σαν ξιφολόγχη, έχουν αγκαλιάσει τη μητέρα τους, έχουν πάρει αγκαλιά ερωτικά τη σύντροφο, τη σύζυγο, την ερωμένη τους, έχουν πάρει αντίδωρο από τα χέρια ενός ιερέα λίγο μετά το "αγαπάτε αλλήλους" που προέτρεψε το ποίμνιο. Τα χείλη που ξεστόμιζαν ύβρεις, προσβολές. ρατσιστικούς χαρακτηρισμούς, απειλές, είναι τα ίδια που προφανώς έχουν πει σ' αγαπώ, σε χρειάζομαι, σε θέλω, φοβάμαι, λυπάμαι, συγνώμη, σε παρακαλώ... Αυτοί οι άνθρωποι ζουν γύρω μας, δίπλα μας, ανάμεσά μας και δεν ξέρουν τί θα πει να είσαι άνθρωπος, να έχεις ανθρωπιά κι αγάπη.
Ένιωσα τόσο μικρή μπροστά στο μέγεθος του φόβου, της βιαιότητας, αλλά κυρίως της σκέψης πως θα μπορούσα εγώ κι οποιοσδήποτε άλλος να είμαστε στη θέση αυτού του ανθρώπου. Σε μια ξένη χώρα, αναγκασμένοι να ζήσουμε ξένοι ανάμεσα σε ξένους και ξαφνικά να σου επιτίθενται, γιατί δεν γεννήθηκες εκεί ή ακόμη χειρότερα, γιατί δεν μοιάζεις να γεννήθηκες εκεί.

Πόσο ανθρώπινο πόνο χρειάζονται για να καλύψουν τις δικές τους διαστροφές αυτά τα ανεγκέφαλα δίποδα;

Προσπαθώ να μην ξεχνώ ποτέ πως τους ανθρώπους πρέπει να τους κρίνω μεμονωμένα ως προσωπικότητες, άσχετα από το χρώμα, τη φυλή, το φύλο, τη θρησκεία, τη δουλειά, την κοινωνική θέση κλπ γιατί αν ποτέ αφεθώ στο να ακολουθώ το ρεύμα θα έχω γίνει κάτι για το οποίο τώρα θα ντρεπόμουν μέχρι αυτοκτονίας...

Μα τί μυαλά κουβαλάνε, πώς είναι δυνατόν να θεωρείς τον εαυτό σου ανώτερο από τους άλλους λόγω χρώματος και εθνικότητας; Σε ποιο αρρωστημένο μυαλό δεν υπάρχει η έννοια της αλληλεγγύης, του σεβασμού κι αντ' αυτών βασιλεύει το μίσος και η οργή; Κανείς από αυτούς τους ολόχρυσους σκοταδιστές νεοναζί δεν έχει έναν δικό του άνθρωπο μετανάστη; Πώς θα ένιωθε καθένας απ' αυτούς αν, σε ένα ταξίδι στο εξωτερικό, βρισκόταν στη θέση του θύματος μιας ρατσιστικής επίθεσης;

Όσο υπάρχουν άνθρωποι με απαρχαιωμένα, άρρωστα και αμαθή μυαλά τόσο πιο επικίνδυνος θα γίνεται ο κόσμος που ζούμε, όλο και περισσότερο θα κυριαρχεί ο φόβος κι η δημοκρατία θα γίνεται μια έννοια που θα χρησιμοποιείται σχεδόν κατ' ευφημισμόν.

Σήμερα, εγώ και πολλοί άλλοι γίναμε θεατές μιας φασιστικής ενέργειας και ρατσιστικών επιθέσεων και οι περισσότεροι μείναμε σιωπηλοί από φόβο. Αρνούμαι να ζω μονίμως φοβισμένη κι αρνούμαι να ζω σ' έναν κόσμο που τρομοκρατεί τους συνανθρώπους μου από όπου κι αν είναι, όποιο κι αν είναι το χρώμα, η θρησκεία κι η γλώσσα τους. Απλώς, δεν το δέχομαι. Ελπίζω ούτε κι εσείς!

Για τον νεαρό μετανάστη που έζησε οδυνηρές στιγμές και του ζητώ συγνώμη για την Ελλάδα που είδε απόψε...
Για τον πιτσιρικά που ένιωσε τον φόβο από τόσο νωρίς κι εύχομαι να μην τον ξαναζήσει, αλλά και να μην τον προξενήσει ποτέ...
Για όλους εμάς που σιωπήσαμε μπροστά στον προσωπικό μας φόβο και ντρέπομαι...
Για έναν κόσμο που θα μιλά ελεύθερα, θα ζει ελεύθερα, θα νιώθει και θα είναι ασφαλής να υπάρχει ελεύθερα...
Για έναν κόσμο που δεν χωρούν οι νεοναζί, οι σκοταδιστές, οι τρομολάγνοι κι οι φασίστες...


 Μαρία Δημητριάδη- Ο Φασισμός